Περιεχόμενα
Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε νέα οικονομικά μέτρα με στόχο την αποκατάσταση της ομαλότητας, την αύξηση των μισθών και την παροχή «ανάσας» στα νοικοκυριά. Το πρόγραμμα των 9 δισ.
ευρώ περιλαμβάνει νέες παροχές, αυξήσεις μισθών και γενναιόδωρα επιδόματα, αλλά όχι νέες μειώσεις έμμεσων φόρων ή ΦΠΑ πέραν αυτών που έχουν ήδη ψηφιστεί. Οι παρεμβάσεις προβλέπεται να ξεκινήσουν από 1 δισ. ευρώ ετησίως το 2024 και να φθάσουν τα 2 δισ. ευρώ το 2027, ενώ το ποσό των κυβερνητικών παρεμβάσεων σε συνδυασμό με άλλα κονδύλια ανέρχεται συνολικά σε 9 δισ. ευρώ για τέσσερα χρόνια.
Μάθετε περισσότερα για τα συγκεκριμένα μέτρα και τον αντίκτυπό τους στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε αυτό το άρθρο.
Νέα μέτρα: Συντάξεις και γενναιόδωρα επιδόματα
Ο Έλληνας πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα οικονομικό πρόγραμμα ύψους 9 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει νέες παροχές και αυξήσεις μισθών, συντάξεις και προνοιακά επιδόματα.
Το πρόγραμμα αυτό θα δώσει στα νοικοκυριά μια ανάσα στο πλαίσιο του νέου οικονομικού σχεδίου για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Το δημοσιονομικό κόστος των παρεμβάσεων θα ξεκινήσει από 1 δισ. ευρώ ετησίως το 2024 και θα φθάσει τα 2 δισ. ευρώ στο σύνολό του το 2027, φτάνοντας συνολικά τα 6,5-7 δισ. ευρώ στο τέλος της τετραετίας.
Επιπλέον, το ποσό των κυβερνητικών παρεμβάσεων μαζί με άλλα κονδύλια (από ΕΣΠΑ, ΠΔΕ, Ταμείο Ανάκαμψης) θα φθάσει συνολικά τα 9 δισ. ευρώ σε βάθος τετραετίας. Το θετικό αφήγημα του Μητσοτάκη είναι «Λιγότεροι φόροι, καλύτεροι μισθοί» στο δρόμο προς τις κάλπες. Το πακέτο περιλαμβάνει νομοθετημένες αυξήσεις 25% στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα μέχρι το 2027.
Αν και οι αυξήσεις αυτές επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις, θα καλυφθούν εν μέρει από τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 3% που προβλέπει ο πρωθυπουργός, ο οποίος θα συμβάλει στη μείωση της ανεργίας σε μονοψήφιο ποσοστό έως το 2025 και 8% έως το 2027.
Οφέλη και αυξήσεις για διάφορους τομείς
Οι εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα θα λάβουν 500 εκατομμύρια ευρώ ως αύξηση μισθών, ενώ ο ιδιωτικός τομέας θα επωφεληθεί από τη μείωση κατά 1 μονάδα των ασφαλιστικών τους εισφορών, η οποία θα αρχίσει να εμφανίζεται στις κρατήσεις μισθοδοσίας του Ιανουαρίου 2024 και θα αυξάνεται κάθε χρόνο. Οι εργαζόμενοι με μισθούς 800 και 900 ευρώ θα επωφεληθούν σταδιακά από την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 180 ευρώ μέχρι τις αρχές του 2027 (από 770 σε 950 ευρώ μεικτά τουλάχιστον ή πάνω από 23%).
Οι εργαζόμενοι σε όλους τους τομείς θα δουν άμεσες αυξήσεις μισθών από την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας λόγω της χρήσης της ψηφιακής κάρτας εργασίας σε όλες τις επιχειρήσεις. Οι συνταξιούχοι θα λάβουν νέα αύξηση 3%-4% από 1/1/2024. Αυτό αντιστοιχεί σε σχεδόν μισή σύνταξη επιπλέον κάθε χρόνο (μεικτά).
Οι επιχειρήσεις θα μειώσουν σταδιακά το 20% του τέλους επιτηδεύματος το 2025 (με άμεσο όφελος 80-130 ευρώ) και 30% το 2026 μέχρι την πλήρη κατάργησή του το 2027. Οι αγρότες θα επωφεληθούν από την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους αγρότες πλήρους απασχόλησης και την αύξηση κατά 60.000 έως το 2027.
Νέες περικοπές φόρων ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός
Οι νέες φοροελαφρύνσεις που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός περιλαμβάνουν την αύξηση από 1/1/2024 του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για τις οικογένειες με παιδιά. Το επίδομα φτάνει τα 90 ευρώ για 1 παιδί ή τα 220 ευρώ για 2 ή περισσότερα παιδιά.
Η ελάφρυνση ανέρχεται σε 80 εκατ. ευρώ ετησίως και θα φανεί άμεσα στη μείωση των κρατήσεων κατά 7,5 ευρώ το μήνα για γονέα με ένα ανήλικο παιδί ή 19 ευρώ για δύο ή περισσότερα παιδιά.
Άλλες φοροελαφρύνσεις περιλαμβάνουν τη μείωση του τεκμηρίου διαβίωσης κατά 30% κατά μέσο όρο από 1/1/2025, τη μείωση του φόρου υπεραξίας από 0,5% σε 0,2% και τη μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών.
Ο δείκτης τροφίμων τρέχει με υψηλό ρυθμό
Αν και η αποκλιμάκωση θα είναι αργή, τα νοικοκυριά θα λάβουν μια ανάσα στο πλαίσιο του νέου οικονομικού προγράμματος που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός.
Το χάσμα μεταξύ των καλύτερα αμειβόμενων εργαζομένων και των φτωχότερων ανοίγει και η φτωχοποίηση προχωρά. Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή διαμορφώθηκε στο υψηλότερο επίπεδό του τον περασμένο Ιούνιο στο 12,1%, ενώ ο δείκτης των τροφίμων ήταν ελαφρώς υψηλότερος στο 12,6%. Σήμερα, όταν ο ΔΤΚ.