Περιεχόμενα
- Γιάννης Πανταζόπουλος: Αναστοχασμός για το ελληνικό σχολικό σύστημα και τη δύναμη της εκπαίδευσης
- Η Ελληνική Σχολή: Μια εξέταση των ελαττωμάτων και των αναγκών της
- Αποφυγή των παγίδων: Καλλιέργεια μιας ολοκληρωμένης εκπαίδευσης
- Οι ρίζες του χαρακτήρα: Οικογένεια, Κοινωνία και Εκπαίδευση
- Ταραχώδεις καιροί: Κατοχή, φόβος και ανθεκτικότητα
- Η γοητεία της γλώσσας και της γλωσσολογίας
Γιάννης Πανταζόπουλος: Αναστοχασμός για το ελληνικό σχολικό σύστημα και τη δύναμη της εκπαίδευσης
Ο Γιάννης Πανταζόπουλος, γεννημένος το 1939 στη ζωντανή καρδιά της Αθήνας, μοιράζεται την άποψή του για το ελληνικό σχολικό σύστημα και τη μεταμορφωτική δύναμη της εκπαίδευσης. Μεγαλώνοντας σε μια γειτονιά που χαρακτηριζόταν από αξιοπρέπεια και έναν ταπεινό μεσοαστικό τρόπο ζωής, είδε από πρώτο χέρι τους περιορισμούς του εκπαιδευτικού συστήματος στην καλλιέργεια ενός ολοκληρωμένου πολιτιστικού περιβάλλοντος για τους μαθητές.
Ο Πανταζόπουλος τάσσεται υπέρ της πρώιμης έκθεσης στον κινηματογράφο, τις εικαστικές τέχνες, τη λογοτεχνία και τη μουσική, τονίζοντας τη σημασία μιας ολοκληρωμένης εκπαίδευσης. Ως μέλος μιας γενιάς που ωρίμασε γρήγορα εν μέσω δύσκολων καιρών, αναγνωρίζει τη σημασία του αγωνιστικού πνεύματος, της αίσθησης των ορίων και του δημιουργικού ρεαλισμού για την επίτευξη της προσωπικής ανάπτυξης και την υπέρβαση των περιορισμών.
Με βαθιά εκτίμηση για τη γλώσσα και τη γλωσσολογία, ο Πανταζόπουλος αναδεικνύει την κρίση της ποιότητας της γλώσσας και της εκπαίδευσης στην Ελλάδα, προτρέποντας για μια στροφή μακριά από τον κατακερματισμένο λόγο και μια επιστροφή στη στοχαστική επικοινωνία. Στηλιτεύει την απώλεια των αξιών και τη μειωμένη εστίαση στην ανάπτυξη του χαρακτήρα στα σχολεία, τονίζοντας την ανάγκη να διαπαιδαγωγηθούν υπεύθυνοι, καλλιεργημένοι και ευαίσθητοι πολίτες.
Ο Πανταζόπουλος ζητά την αναζωογόνηση της εκπαίδευσης, αμφισβητώντας την επικρατούσα αντίληψη ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι το απόλυτο επίτευγμα και τονίζοντας τη σημασία μιας ολοκληρωμένης γενικής εκπαίδευσης. Πιστεύει ότι η διδασκαλία πρέπει να εμπνέει πάθος και κριτική σκέψη αντί να συμβιβάζεται με εύκολες λύσεις και ότι τα νέα, συνειδητοποιημένα άτομα που εισέρχονται στην πολιτική μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για θετικές αλλαγές.
Παρά τις ανησυχίες του για την κατάσταση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και τις κοινωνικές προκλήσεις, ο Πανταζόπουλος παραμένει αισιόδοξος και υποστηρίζει την ενότητα, τη συνεργασία και τη δύναμη της αγάπης για τη διαμόρφωση ενός καλύτερου μέλλοντος.
Με μια δια βίου δέσμευση στην εκπαίδευση και την προσωπική ανάπτυξη, ενθαρρύνει όλους να ακολουθήσουν τα πάθη τους και να διατηρήσουν τις θετικές προσδοκίες, αναγνωρίζοντας ότι τα μαθήματα της ζωής μας διδάσκουν να κατανοούμε, να ανεχόμαστε και να αγαπάμε ο ένας τον άλλον.
Η Ελληνική Σχολή: Μια εξέταση των ελαττωμάτων και των αναγκών της
Γεννημένος στην καρδιά της Αθήνας, το 1939, και συγκεκριμένα στην πλατεία Κουμουνδούρου, που βρίσκεται ανάμεσα στο Μεταξουργείο, το Θησείο και το Ψυρρή, μεγάλωσα σε μια γειτονιά που χαρακτηριζόταν από αξιοπρέπεια και έναν ταπεινό μεσοαστικό τρόπο ζωής. Ήταν μια εποχή που σημαδεύτηκε από τις μετεμφυλιακές προκλήσεις, όπου όλοι προσδοκούσαμε ένα καλύτερο μέλλον.
Αποφυγή των παγίδων: Καλλιέργεια μιας ολοκληρωμένης εκπαίδευσης
Δυστυχώς, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα υστέρησε στην καλλιέργεια ενός πολιτιστικού περιβάλλοντος. Απέτυχε να εκθέσει τους μαθητές στα θαύματα του κινηματογράφου, των εικαστικών τεχνών, της λογοτεχνίας και της μουσικής από νεαρή ηλικία.
Μια ολοκληρωμένη εκπαίδευση θα πρέπει να περιλαμβάνει αυτά τα βασικά στοιχεία, καλλιεργώντας τα νεαρά μυαλά με δημιουργικότητα και διευρύνοντας τους ορίζοντές τους.
Οι ρίζες του χαρακτήρα: Οικογένεια, Κοινωνία και Εκπαίδευση
Ο πατέρας μου, οικογενειακός γιατρός, και η μητέρα μου, ευγενική οικοδέσποινα, έπαιξαν αναπόσπαστο ρόλο στη διαμόρφωση των αξιών μου.
Η φροντιστική φύση της μητέρας μου μου εμφύσησε την αίσθηση της φροντίδας για το σπίτι, τα παιδιά, την οικοδόμηση σχέσεων, την ομαδική εργασία και τη χαρά των οικογενειακών συγκεντρώσεων. Οι γονείς μου ενσάρκωσαν τη γενναιοδωρία και την καλοσύνη προς τους άλλους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το να είσαι γιατρός εκείνη την εποχή δεν ήταν προσοδοφόρο, σε αντίθεση με τη σημερινή επικρατούσα αντίληψη. Η οικογένειά μας δεν γνώρισε μεγάλη ευημερία.
Οι παιδικές μου αναμνήσεις είναι γεμάτες με την έννοια της στενής γειτονιάς, της συντροφικότητας και του παιχνιδιού. Ήμουν ένα δραστήριο παιδί σε μια εποχή σχετικού χάους.
Θυμάμαι έντονα τον διευθυντή του γυμνασίου μας, τον Κίτσιου, μια ακροδεξιά φιγούρα, τον οποίο ακολουθούσαν ένοπλοι φρουροί. Είδα το καταστροφικό θέαμα των ανθρώπων που λιμοκτονούσαν στους δρόμους, περνώντας δίπλα από φουσκωμένα πτώματα. Αυτές οι εμπειρίες διαμορφώνουν μια μοναδική κατανόηση της θέσης του ατόμου στον κόσμο και συμφιλιώνουν με το αναπόφευκτο του θανάτου.
Ταραχώδεις καιροί: Κατοχή, φόβος και ανθεκτικότητα
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μια συγκεκριμένη νύχτα ξεχωρίζει στη μνήμη μου. Γύρω στις 2 τα ξημερώματα, χτύπησε η πόρτα μας, ένα συνηθισμένο φαινόμενο λόγω του επαγγέλματος του πατέρα μου.
Αντί για έναν αναμενόμενο επισκέπτη, ένας Γερμανός στρατιώτης και ένας Έλληνας διερμηνέας εισέβαλαν, ισχυριζόμενοι ότι τα φώτα μας δεν ήταν σβηστά. Ο φόβος με κυρίευσε, καθώς νόμιζα ότι ήταν εκεί για να βλάψουν τον πατέρα μου. Η μητέρα μου ήταν τρομοκρατημένη. Αποδείχθηκε ότι ήταν ένα τέχνασμα, μια προσπάθεια να αποσπάσουν κάποια από τα κοσμήματα που είχαν απομείνει στη μητέρα μου.
Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι είναι όταν ο πατέρας μου, έχοντας πουλήσει ένα σπίτι που είχαμε στο Βοτανικό, γύρισε σπίτι με δύο δοχεία με πετρέλαιο. Έπρεπε να τα κρατήσουμε κρυμμένα, καθώς αν μας έπιαναν με πετρέλαιο θα μπορούσαμε να πεθάνουμε.
Αυτές και παρόμοιες εμπειρίες μου προσέφεραν δασκάλους που παρέτειναν τις ώρες διδασκαλίας τους πέρα από το όριο του ρολογιού. Ήταν αφοσιωμένοι παιδαγωγοί, που καλλιεργούσαν τη βιωματική μαθητεία και μετέδιδαν γνώσεις. Σε αντίθεση με σήμερα, ήταν δάσκαλοι και όχι απλοί λέκτορες. Η γενιά μας ευδοκίμησε από την ανάγκη και έμαθε να αγωνίζεται για την αριστεία.
Η γοητεία της γλώσσας και της γλωσσολογίας
Κατά τη διάρκεια του λυκείου, εξέδωσα μια μαθητική εφημερίδα που ονομαζόταν «Student Salisbury». Η πρόθεσή μου δεν ήταν να γίνω δημοσιογράφος, αλλά να μοιραστώ πληροφορίες, απόψεις και ειδήσεις.
Στην ηλικία των 15 ετών, ανακάλυψα τη συμπάθειά μου για τη γλώσσα. Βυθίστηκα στη νεοελληνική λογοτεχνία και ποίηση, εξερευνώντας τα έργα των Καζαντζάκη, Θεοτοκά, Βενέζη, Ελύτη, Σεφέρη, Παλαμά, Καρυωτάκη, Καβάφη και Σολωμού. Το ραδιόφωνο, ένα βασίλειο εύγλωττου λόγου και μουσικής ευαισθησίας.